Παρασκευή 8 Ιουλίου 2016

#1 Περιποιητής Φυτών (1989)

Ανοιξη του ΄89. Μάρτιος; Απρίλιος; Δεν θυμάμαι...
"Σου έχω κλείσει μία πρόσκληση να πάμε να δούμε τον Περιποιητή Φυτών, στο Εθνικό. Θα χαρώ πολύ να έλθεις".
"Να έλθω! Πότε;"
"Την Παρασκευή το βράδυ!"
Μου είχε φανεί περίεργη η επιμονή του να βρεθούμε. Αυτή τη φορά δεν μπορούσα να την αποκρούσω, δεν έβρισκα πια δικαιολογίες. Συμφωνήσαμε. Θα πήγαινα. Αλλωστε είχε πολλούς μήνες να δω θέατρο. Ελπιζα μόνο να μην είναι βαρετή, δεν είχα καλή εμπειρία από τα ελληνικά έργα. Ομως αυτό ήταν του Μάτεση, έπαιζε ο Γιώργος Μιχαλακόπουλος και ο Σπύρος Κωνσταντόπουλος και βέβαια ήταν που μου το πρότεινε κι ένας ηθοποιός που εκτιμούσα βαθιά τη γνώμη του, όπως και τις ιδέες του, καθότι κομμουνιστές και οι δυο μας.
Ηλθε η Παρασκευή. Εφυγα νωρίτερα από την εφημερίδα, όπως όλες τις Παρασκευές που κλείναμε νωρίτερα φύλλο. Πήγα σπίτι, στο Κουκάκι, άλλαξα, ντύθηκα, το πήρα τηλέφωνο: "Ξεκινάω!". "Θα σε περιμένω στο φουαγιέ!". Μπήκα στο Οτομπιάνκι που είχα τότε και βρέθηκα στην Αγίου Κωνσταντίνου. Ηταν ήδη εκεί. Χαιρετηθήκαμε. Εμοιαζε πολύ χαρούμενος που με έβλεπε μετά από δύο χρόνια. Μας έδειξαν τις θέσεις. Καθίσαμε. Είδαμε την παράσταση αλλά, τώρα που γράφω, δεν θυμάμαι πολλά καθώς όσα ακολούθησαν τα έσβησαν από τη μνήμη μου. Πήγαμε από τα παρασκήνια και χαιρετήσαμε τους ηθοποιούς στα καμαρίνια. Με σύστηνε σαν έναν παλιό φίλο κι αυτό ακουγόταν λίγο αστείο καθώς εγώ τότε ήμουν 26 χρονών κι εκείνος 72. Μου άρεσε όμως. Βγαίνοντας από την πίσω πλευρά του θεάτρου, στην Μενάνδρου, με ρώτησε αν έχω αυτοκίνητο ή αν θέλει να πάρουμε ταξί να πάμε κάπου να τσιμπήσουμε. "Εκτός αν δεν θέλεις!". Περισσότερο από ευγένεια του είπα ότι δεν έχω αντίρρηση. Μου ήταν πολύ ευχάριστη η παρέα του, αλλά είχα ένα κούμπωμα. Ποτέ δεν είχα καταλάβει το γιατί ήθελε να συναντηθούμε. Κι αυτό με απομάκρυνε.
Οταν είχαμε πρωτοσυναντηθεί, το καλοκαίρι του '86 σε μία παράσταση που έπαιζε εκείνος, στη Λεωφόρο Αλεξάνδρας, το μόνο που μου είχε πει ότι ήταν παλιός φίλος της γιαγιάς μου, της Τασίας, από τότε που ήταν νέοι. Και ότι είχαν για αρκετά χρόνια συνεργαστεί στο θέατρο, εκείνος ως ηθοποιός κι εκείνη ως τεχνικός θεάτρου και υποβολέας. Αυτό όλο κι όλο ήξερα για τη σχέση του μαζί μου. Κι ακόμη ότι όσο καιρό σπούδαζα στην Αμερική έψαχνε να με βρει έχοντας μάλιστα επικοινωνήσει με τους θείους μου, τα αδέλφια του πατέρα μου, ζητώντας τους να του δώσουν κάποιο τηλέφωνο ή διεύθυνση για να με βρει.
Πήγαμε προς το αυτοκίνητο. Ηταν περασμένα μεσάνυχτα. Ο περισσότερος κόσμος είχε φύγει από το θέατρο και η Μενάνδρου ήταν αρκετά σκοτεινή. Μπήκαμε στο αυτοκίνητο. Καθώς έβγαζα την κριπτονάιτ από το τιμόνι και ετοιμαζόμουν να βάλω μπρος με ρώτησε: "Αποφάσισες; Πάμε να τσιμπήσουμε ή να σε κεράσω ένα ποτό;". Δεν είχα πολύ όρεξη. "Δεν ξέρω, ό,τι θέλετε!". "Καλά, πριν ξεκινήσουμε τότε να σου πω κάτι που πρέπει να ακούσεις και μετά αποφασίζεις". Ξαφνιάστηκα. Σχεδόν αυτόματα μου μπήκαν παράξενες ιδέες. Βρε μπας και θέλει να μου την πέσει; Εσφιξα ασυνείδητα την κριπτονάιτ. "Αντρέα! Είμαι ο πατέρας της μαμάς σου. Της Ζαΐρας!". Μούδιασε το κεφάλι μου. Εχασα τη γη κάτω από τα πόδια μου. "Ορίστε;;;"


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου